Την ερχόμενη Τρίτη εισάγεται στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής προς επεξεργασία, το νομοσχέδιο του υπουργείου Πολιτισμού με τίτλο «Μέτρα για τη διαφύλαξη και την ανάδειξη της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, την προστασία και ενίσχυση του ελληνόφωνου τραγουδιού και των ηχογραφημάτων νέων δημιουργών ή καλλιτεχνών, καθώς και την προστασία και διάχυση της ελληνικής γλώσσας, στο πλαίσιο της διαφύλαξης και ανάδειξης της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς – Ρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό της εμπορικής πολιτικής του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων και λοιπές διατάξεις του Υπουργείου Πολιτισμού».
Tι προβλέπει το νομοσχέδιο
Μεταξύ άλλων, το νομοσχέδιο παρέχει κίνητρα σε ραδιοσταθμούς για την αύξηση μετάδοσης ελληνόφωνου τραγουδιού (αύξηση επιτρεπόμενου διαφημιστικού χρόνου), με ιδιαίτερη αναφορά στη μετάδοση ηχογραφημάτων νέων καλλιτεχνών και δημιουργών. Προβλέπει, επίσης, ελάχιστο ποσοστό εκτέλεσης ελληνόφωνου τραγουδιού ή ορχηστρικής μουσικής ελληνόφωνων τραγουδιών, σε κοινόχρηστους χώρους ξενοδοχείων, εμπορικών κέντρων, καζίνο, μέσων μαζικής μεταφοράς, κά.
Στη συνοδευτική «Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης» του νομοσχεδίου σημειώνεται ότι ανάλογη πολιτική εφαρμόζουν και άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Γαλλία από το 1986 (οι ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί υποχρεούνται να περιλαμβάνουν στο πρόγραμμά τους τουλάχιστον 40% τραγούδια στη γαλλική γλώσσα, εκ των οποίων το ήμισυ να προέρχεται από νέα ή αναδυόμενα ταλέντα), η Ισπανία από το 1998 (οι ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί παραγωγοί υποχρεούνται να εξασφαλίζουν ότι τα μουσικά προγράμματα θα παρέχουν επαρκή προβολή σε τραγούδια που εκτελούνται από Καταλανούς καλλιτέχνες, οι οποίοι πρέπει να αντιπροσωπεύουν ποσοστό 25% τουλάχιστον του μεταδοθέντος μουσικού ρεπερτορίου, η Ουγγαρία από το 2010 (στις ραδιοφωνικές μεταδόσεις ποσοστό 35% του συνολικού ετήσιου χρόνου μετάδοσης που προορίζεται για τη μετάδοση μουσικών έργων διατίθεται για τη μετάδοση ουγγρικών μουσικών έργων), η Πορτογαλία από το 2010 ((ο μουσικός προγραμματισμός των ραδιοφωνικών προγραμμάτων πρέπει να περιλαμβάνει πορτογαλική μουσική, με ελάχιστη ποσόστωση που κυμαίνεται από 25% έως 40%) και η Σλοβακία από το 2000 (οι ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς υποχρεούνται να διαθέτουν 25% τουλάχιστον του χρόνου μετάδοσης μουσικών έργων ανά ημερολογιακό μήνα για τα σλοβακικά μουσικά έργα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς ανέρχεται σε 35%).
Αντιδράσεις για το νομοσχέδιο
Το νομοσχέδιο είχε προκαλέσει την αντίδραση της ΕΙΙΡΑ (Ένωση Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Ραδιοφωνικών Σταθμών Αττικής).
Η ανακοίνωση
«Με ιδιαίτερη έκπληξη ενημερωθήκαμε ότι αναρτήθηκε στη Διαύγεια σχέδιο νόμου του Υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο επιχειρεί να επιβάλλει παράλογες απαγορεύσεις και ποσοστώσεις σε ραδιοφωνικούς σταθμούς, αλλά και σε κοινόχρηστους χώρους ξενοδοχείων και εμπορικών κέντρων, ακόμα και σε χρηματοδοτούμενα οπτικοακουστικά έργα.
»Ειδικότερα στη ραδιοφωνία, η ανελεύθερη παρέμβαση, δια της μορφής κινήτρων να αυξηθούν τα ελληνικά τραγούδια σε εκείνες τις ραδιοφωνικές επιχειρήσεις που «μεταδίδουν μερικώς ξενόγλωσσο μουσικό ρεπερτόριο» συνιστά αλλαγή τυπολογίας και χαρακτήρα του ραδιοφωνικού σταθμού, ενώ εγείρει σοβαρά ζητήματα συμβατότητας με το δικαίωμα της επιχειρηματικής ελευθερίας και το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης κάθε επιχειρηματία να διαμορφώνει το προϊόν του.
»Στο εν λόγω σχέδιο νόμου με τίτλο «Μέτρα για τη διαφύλαξη και την ανάδειξη της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, την προστασία και ενίσχυση του ελληνόφωνου τραγουδιού κλπ» περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, διατάξεις οι όποιες προβλέπουν τη δυνατότητα προσαύξησης του επιτρεπόμενου διαφημιστικού χρόνου για ραδιοφωνικούς σταθμούς που αυξάνουν το ποσοστό μετάδοσης ελληνόφωνων τραγουδιών. Πέραν της ατυχούς διατύπωσης και των νομοτεχνικών αστοχιών της προτεινόμενης ρύθμισης, η τελευταία, στο μέτρο που εισέρχεται στον πυρήνα της διαμόρφωσης του ραδιοφωνικού προγράμματος από τον εκάστοτε φορέα της επιχείρησης, εγείρει σοβαρά ζητήματα συμβατότητας με το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης (άρθρα 14 Συντ. και 10 της ΕΣΔΑ), το δικαίωμα επιχειρηματικής ελευθερίας (άρθρα 5 και 106 Συντ.), δημιουργώντας παράλληλα ανεπίτρεπτες στρεβλώσεις στην αγορά, τον ελεύθερο και υγιή ανταγωνισμό.
»Η προτεινόμενη ρύθμιση, η οποία εισήχθη χωρίς να προηγηθεί καμία συζήτηση με τους εκπροσώπους του κλάδου και κυρίως χωρίς να αξιολογηθούν οι συνέπειες της στο ραδιοφωνικό τοπίο, στην πραγματικότητα «τιμωρεί» τους υπάρχοντες ραδιοφωνικούς σταθμούς που έχουν επιλέξει να μεταδίδουν μόνο ελληνική μουσική, οι οποίοι μάλιστα είναι πολλοί και, αυτή την περίοδο, έχουν την μεγαλύτερη απήχηση στους ακροατές. Και αυτό αναδεικνύει την προχειρότητα με την οποία έχει γραφεί, χωρίς καμία γνώση του ραδιοφωνικού τοπίου και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της ραδιοφωνικής αγοράς.
»Πέραν των ανωτέρω, εισάγεται ανεπίτρεπτη διάκριση σε βάρος Ελλήνων μουσικών που, προκειμένου να έχουν διεθνή απήχηση, εκφράζονται μέσω ξενόγλωσσου στίχου.
»Η προτεινόμενη ρύθμιση ωθεί τους επιχειρηματίες σε ομογενοποίηση του εκπεμπόμενου προγράμματος, χωρίς συγκεκριμένη φυσιογνωμία, χωρίς χαρακτήρα, αφού κίνητρο στις προγραμματικές επιλογές θα είναι η ανάμειξη ελληνικής και ξένης μουσικής, χωρίς ταυτότητα, προκειμένου να εκπληρωθούν οι προβλέψεις του νόμου. Εάν σήμερα υπάρχει κάτι που ξεχωρίζει τα ραδιόφωνα των FM, αυτός είναι ο θεματικός τους χαρακτήρας, η ιδιαίτερη ταυτότητα του κάθε σταθμού, πάνω στην οποία έχει χτιστεί η σχέση με τον ακροατή.
»Αποτέλεσμα της στρεβλής και επικίνδυνης ρύθμισης θα είναι να στραφούν οι ακροατές του ραδιοφώνου προς ψηφιακές μουσικές υπηρεσίες (spotify), εγκαταλείποντας το παραδοσιακό ραδιόφωνο, με προφανείς κινδύνους για τη βιωσιμότητα του μέσου.
»Περαιτέρω, η προτεινόμενη ρύθμιση έρχεται να ανατρέψει το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για τη ραδιοφωνική διαφήμιση, το οποίο εδράζεται στις διατάξεις της ευρωπαϊκής οδηγίας ΕΕ 2018/1808 για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, οι οποίες διαχρονικά στην Ελλάδα εφαρμόζονται και στο ραδιόφωνο, ήδη από την ενσωμάτωση της πιο πάνω οδηγίας στην αρχική της μορφή (οδηγίας 89/552/ΕΟΚ «τηλεόραση χωρίς σύνορα»).
»Με βάση αυτές τις ρυθμίσεις του εθνικού και του ενωσιακού δικαίου, εδώ και χρόνια έχει διαμορφωθεί η ραδιοφωνική αγορά και η κατανομή του διαφημιστικού χρόνου και καμία ανάγκη δεν επιβάλλει τη βίαιη ανατροπή της ήδη διαμορφωμένης και λειτουργικής διαφημιστικής ραδιοφωνικής αγοράς. Πολύ δε περισσότερο, δεν υφίσταται κανένας λόγος να επιβαρυνθούν οι ακροατές/καταναλωτές και να γίνουν αποδέκτες υπερβολικής ποσότητας διαφημίσεων.
»Η ΕΙΙΡΑ υπογραμμίζει ότι οι προτεινόμενες διατάξεις, όπως και το σύνολο των ρυθμίσεων που έχουν περιληφθεί στο σχέδιο νόμου, επιχειρούν να «φορέσουν» σχολική ποδιά άλλων εποχών και άλλων καθεστώτων, εισάγοντας έναν ιδιότυπο εθνικισμό περιεχομένου, χωρίς λόγο και αιτία.
»Ζητούμε την απόσυρση της συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας».
Ανακοίνωση είχε εκδώσει και η ΕΙΤΗΣΕΕ (Ένωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας)
«Με μεγάλη έκπληξη και προβληματισμό η ΕΙΤΗΣΕΕ πληροφορήθηκε ότι αναρτήθηκε για διαβούλευση το σχέδιο νόμου του υπουργείου Πολιτισμού «για τη διαφύλαξη και την ανάδειξη της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς».
Είναι άραγε η «Ελλάδα 2.0» του ψηφιακού μετασχηματισμού συμβατή με εθνοκεντρικές και αναχρονιστικές νοοτροπίες κρατικών παρεμβάσεων της δεκαετίας του 1980;
Η εσωστρέφεια και η διά κρατικών παρεμβάσεων εξυπηρέτηση συντεχνιακών συμφερόντων αποτελούν την απάντηση της αρμόδιας Υπουργού στις προκλήσεις του εικοστού πρώτου αιώνα;
Σε ποια άλλη χρονική περίοδο της χώρας μας, αποτέλεσε επιδίωξη του αρμόδιου Υπουργού να επεμβαίνει στον πυρήνα του περιεχομένου της καλλιτεχνικής δημιουργίας;
Πρόκειται για ένα σχέδιο νόμου που συγκρούεται τόσο με το Σύνταγμα όσο και με το Ενωσιακό Δίκαιο, καθώς περιορίζει αθέμιτα την επιχειρηματική ελευθερία των μελών μας, που αποτελούν τον πυρήνα των Ελλήνων παραγωγών.
Προβληματικές είναι τόσο οι ρυθμίσεις που αφορούν στη ραδιοφωνία -οι οποίες και θα προκαλέσουν ευθέως συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού- όσο και εκείνες που αφορούν στις ξενοδοχειακές μονάδες και τα τουριστικά καταλύματα, προκαλώντας οξύτατες γραφειοκρατικές δυσχέρειες και αναστάτωση σε έναν ολόκληρο επιχειρηματικό κλάδο, που άπτεται του τουριστικού προϊόντος της χώρας, καθώς και στη σχέση των εν λόγω επιχειρήσεων με τους Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης Πνευματικών και Συγγενικών Δικαιωμάτων.
Ειδικά όμως, όσον αφορά στις προβλέψεις του άρθρου 12, είναι προφανές ότι η αρμόδια Υπουργός επιχειρεί στην πραγματικότητα, αφενός μεν να επέμβει στην ελευθερία των παραγωγών να επιλέγουν οι ίδιοι τα έργα στα οποία θα επενδύσουν τα χρήματά τους, αφετέρου δε να εξαναγκάσει τους Έλληνες παραγωγούς να επιβάλλουν στους Έλληνες δημιουργούς τον τρόπο με τον οποίον αυτοί θα εκφραστούν.
Στην εποχή των παγκόσμιων κυρίαρχων πλατφορμών παροχής οπτικοακουστικού προγράμματος, το άρθρο 12 απλώς αποσκοπεί στην ικανοποίηση συγκεκριμένων συντεχνιακών συμφερόντων.
Η ΕΙΤΗΣΕΕ, ως εκπρόσωπος των τηλεοπτικών Οργανισμών εθνικής εμβέλειας, οι οποίοι συμβάλλουν κατά 80% στις ετήσιες επενδύσεις παραγωγής οπτικοακουστικού περιεχομένου στην Ελλάδα, ζητά την απόσυρση της συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας».